ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ
Ὁ Ὄσιος καί ἡγιασμένος Ἱερεῦς Νικόλαος Πλανᾶς εἶναι ὁ πρῶτος ἐφημέριος πού τοποθετήθηκε στό Ναό μας, ὄταν το 1891 ἔγινε ἐνοριακός, καί γιά τό λόγο αὐτό θεωρεῖται ἱδρυτής τῆς ἐνορίας μας.
Γενήθηκε στή Νάξο τῶν Κυκλάδων τό ἔτος 1851. Οἱ γονεῖς του ἦταν οἱ Ἰωάννης καί Αὐγουστίνα, τό γένος Μελισσουργοῦ – θυγατέρα Ἱερέως. Ἀπό νεαρή ἡλικία ἡ καρδιά του ἦταν στραμμένη πρός τόν Θεό καί τήν λατρεῖα του. Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του καί ἄλλες οἰκογενειακές περιπέτειες βρέθηκε στήν Ἀθήνα, ὅπου ἐνυμφεύθη καί λίγο ἀργότερα, διακρινόμενος γιά τήν εὐσέβειά του, χειροτονήθηκε διάκονος στόν Ναό τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στήν Πλάκα. Ἐχήρευσε πρόωρα μετά τήν γέννηση τοῦ γιοῦ του Ἰωάννη. Χειροτονήθηκε ἱερέας καί τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος ἀρχικά στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ καί ἀκολούθως στόν ενταῦθα Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου Κυνηγοῦ ὁδοῦ Βουλιαγμένης, ὅπου καί ὑπηρέτησε ἐπί περίπου σαράντα ἔτη (1891 – 1932). Μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης διακρίθηκε ὡς ἄνθρωπος προσευχῆς, ὡς ἱερέας ἀφιερωμένος στή λατρεῖα τοῦ Θεοῦ (καθημερινά τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία) καί ὡς κληρικός «πλήρης ἔργων ἀγαθῶν καί ἐλεημοσυνῶν ὧν ἐποίει». Ἀξιώθηκε πολλῶν θαυματουργιῶν κατά τόν χρόνο τῆς ζωῆς του καί μετά θάνατον, καί οἱ πλέον ἐπιφανεῖς λόγιοι τῆς ἐποχῆς του (Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης) ἐξαίρουν τήν σπάνια καί ἁγία ἱερατική του φυσιογνωμία. Εἰς βαθύ γῆρας ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ στίς 2 Μαρτίου 1932 καί κηδεύτηκε πανδήμως μέ ἐκδηλώσεις βαθυτάτου σεβασμοῦ καί ὁμολογίες διακηρήξεως τῆς ἁγιότητάς του. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τό Oικουμενικό Πατριαρχεῖο δεχόμενοι τήν φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἀπεφάνθησαν ὅτι τυγχάνει «κατηριθμημένος μετά τῶν εὐαρεστησάντων τῷ Θεῷ ἁγίων» καί ἡ μνήμη αὐτοῦ ἑορτάζεται στίς 2 Μαρτίου ἐκάστου ἔτους (κατ’ ἀπόφασιν τῆς ἱ. Συνόδου, ἐάν τύχει στήν μεγάλη τεσσαρακοστή, μετατίθεται στήν πρώτη Κυριακή τοῦ Μαρτίου).